Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2015

Από το Γεροντικό:Αββάς Μακάριος

Έλεγαν για τον Αββά Μακάριο ότι εάν ερχόταν για  επίσκεψη αδελφός, και του φερόταν ο αδελφός με τιμή ως άγιο και μεγάλο γέροντα, δεν του μιλούσε καθόλου. 
Εάν όμως τον επισκέπτονταν αδελφός και του έλεγε κάτι για να τον ταπεινωσει όπως  "Αββά , άραγε, όταν ήσουν καμηλιέρης και έκλεβες το νίτρο και το πουλούσες, δεν σε έδερναν οι φύλακες όταν σε καταλάβαιναν;"τότε αυτόν που του έλεγε τέτοια τον μιλούσε με χαρά και του αποκρινόταν   σε ότι τον ρωτούσε στη συνέχεια.
Έλεγε ο Αββάς Παφνούτιος ο μαθητής του Αββά Μακάριου , ότι διηγόταν ο γέροντας.Όταν   ήμουν παιδί, βοσκούσα βόδια με τα άλλα παιδιά. Αυτά κάποτε πήγαν να κλέψουν καρπούζια. Και όπως έτρεχαν να φύγουν τους έπεσε ένα  απο αυτά. Τότε το πήρα και το έφαγα. Απο τότε όποτε το θυμάμαι αυτό, κάθομαι και καλαίω.
Ελεγε ο Αββάς Μακάριος ότι καποτε περπατούσα στην έρημο και βρήκα ένα ριγμένο κρανίο στο έδαφος. Όταν το σκάλισα με τη ράβδο μου, μου μίλησε το κρανίο. Και του λέγω, ποιός είσαι; μου αποκρίθηκε το κρανίο. εγώ ήμουν ιερέας των ειδώλων και των τελευταίων ειδωλολατρών σε αυτον τον τόπο. Εσύ είσαι ο πνευματοφόρος Μακάριος. Όποια ώρα σπλαχνισθείς αυτούς που βρίσκονται στην κόλαση και ευχηθείς γι'αυτούς, παρηγορούνται λίγο. Του λέει ο γέροντας. Ποιά ειναι η παρηγοριά και πως είναι η κόλαση;Του λέγει το κρανίο. Όσο απέχει ο  ουρανός απο τη γη , τόσο είναι η φωτιά απο κάτω μας, απο τα πόδια μέχρι το κεφάλι στεκόμαστε εμείς μέσα στη φωτια. Και δεν μπορούμε ο εναν να δει τον άλλο πρόσωπο προς πρόσωπο. Αλλά είμαστε γυρισμένοι με τις πλάτες.Οταν λοιπόν εύχεσαι , κάποιος μπορεί να δει λίγο το πρόσωπο του άλλου. Αυτή είναι η παρηγοριά μας. Και κλαίγοντας ο γέροντας είπε. Αλλοίμονο την ημέρα που γεννήθηκε ο άνθρωπος. Υπάρχει χειρότερο βάσανο;Του λέγει το κρανίο. Υπάρχει μεγαλύτερο βάσανο κάτω απο εμάς. Του λέγει ο γέροντας. Ποιοί είναι εκεί; Του λέγει το κρανίο. Εμείς που δεν γνωρίζαμε το Θεό , ελεούμαστε τουλάχιστον λίγο. Αυτοί όμως που γνωρίσανε τον Θεό και τον αρνήθηκαν και δεν κάνανε το θέλημά του , είναι κάτω απο εμάς. Πήρε τότε ο γέροντας το κρανίο και το έβαλε μέσα στο χώμα.
Ρώτησε αδελφός τον αββά Μακάριο τον Αιγύπτιο και του είπε:
-Αββά πες μου λόγο για να σωθώ.
-Πήγαινε στο μνήματα  και βρίσε τους νεκρούς
Ο αδερφός αφού πήγε έβρισε και πετροβόλησε τους νεκρούς γύρισε στον γέροντα. 
-Δεν σου μίλησαν;
-Όχι.
-Πήγαινε πάλι αύριο και δόξασέ τους λέγοντας τους απόστολους και δίκαιους.
-Τους δόξασα.
-Δεν σου αποκρίθηκαν;
-Όχι.
-Είδες πόσο τους ατίμασες και δεν σου αποκρίθηκαν και πόσο τους δόξασες και δεν σου μίλησαν. Έτσι και εσύ εαν θέλεις να σωθείς, γίνε νεκρος. Μήτε την αδικία των ανθρώπων μήτε τη δόξα τους να λογαργιάζεις, όπως οι νεκροί. Και θα μπορέσεις να σωθείς.

Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2015

Η ενανθρώπηση του Υιού και οι συνέπειες της

Η ενανθρώπηση του Υιού και οι συνέπειες της

Η ενανθρώπηση του Υιού και οι συνέπειες της

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ «Η ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ»

«Ο Πατήρ δε μεταπίπτει στον Υιό, παραμένει πάντα Πατήρ, ο Υιός δε μεταπίπτει στον Πατέρα, παραμένει πάντα Υιός, το Πνεύμα δε μεταπίπτει στον Πατέρα ή τον Υιό, παραμένει πάντα Πνεύμα άγιο. Η ιδιότητα καθενός προσώπου της Αγίας Τριάδας είναι σταθερή και αμετάβλητη. Πώς, άλλωστε, θα παρέμενε ιδιότητα αν εναλλασσόταν συνεχώς περνώντας κάθε φορά σε άλλο πρόσωπο; Γι’ αυτό ο Υιός του Θεού είναι που γίνεται Υιός του ανθρώπου, για να παραμείνει ακριβώς η ιδιότητα αμετακίνητη. Γιατί, όντας Υιός του Θεού, όταν έγινε Υιός του ανθρώπου παίρνοντας σάρκα ανθρώπινη απ’ την αγία Παρθένο, δεν αλλοτριώθηκε από την υιική του ιδιότητα.
Ο Υιός του Θεού ενανθρώπησε για να χαρίσει ξανά στον άνθρωπο εκείνο για το οποίο δημιουργώντας τον τον προόρισε. Τον δημιούργησε σύμφωνα με τη δική του εικόνα, διανοητή και ελεύθερο, προορισμένο να του μοιάζει, δηλαδή να ‘ναι, όπως κι ο δημιουργός του, τέλεια ενάρετος, πράγμα κατορθωτό για την ανθρώπινη φύση. Γιατί οι αρετές, δηλαδή η νηφαλιότητα, η ηρεμία, η ακεραιότητα, η αγαθοσύνη, η σοφία, η δικαιοσύνη, η ανεξικακία είναι, πρωταρχικά, γνωρίσματα της θείας φύσης.
Ο Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τον άνθρωπο σε πλήρη κοινωνία μαζί του (τον δημιούργησε για να μείνει άφθαρτος, τον ανέβασε στην αθανασία με το να τον κρατά κοντά του). Εμείς, όμως, αυτά τα γνωρίσματα της θείας φύσης τα αλλοιώσαμε και τα μπερδέψαμε με την παράβαση της εντολής, και περάσαμε στην παράταξη της κακίας με αποτέλεσμα να χάσουμε την κοινωνία με το Θεό. Τις γαρ μετουσία φωτί προς σκότος; Και όταν πια στερηθήκαμε τη ζωή, πέσαμε στη φθορά του θανάτου.
Επειδή, τώρα ο Θεός μας προσέφερε το ύψιστο και δεν το διαφυλάξαμε, χρειάστηκε να κατεβεί αυτός στο χείριστο, δηλαδή στη δική μας ξεπερασμένη φύση, ώστε να μας ξαναδώσει, προσφέροντας και ενεργώντας ο ίδιος, την εξομοιωμένη μ’ αυτόν εικόνα και τον αρχαίο προορισμό. Κι ακόμα να μας διδάξει το ενάρετο ήθος της βιωτής, αυτό το ήθος που ο ίδιος με την επίγεια ζωή του κατέστησε συγκεκριμένο και ευκολοκατόρθωτο. Κι ακόμα να μας ελευθερώσει από τη φθορά φέρνοντάς μας πάλι σε κοινωνία με τη ζωή, με το να ανοίξει ο ίδιος το δρόμο της δικής μας ανάστασης. Και ακόμα να ξανακάνει καινούριο το θρυμματισμένο κι αγνώριστο κανάτι της ύπαρξής μας, να λύσει τα δεσμά της κυριαρχίας του διαβόλου επάνω μας προσκαλώντας μας να αναγνωρίσουμε την κυριαρχία του Θεού. Και ακόμα να μας γεμίσει κουράγιο και να μας εκπαιδεύσει να πολεμούμε τον τύραννο με την υπομονή και την ταπείνωση.NativityChurch10
Με την ενανθρώπηση, λοιπόν, του Υιού του Θεού καταργήθηκε η λατρεία των δαιμόνων, όλη η κτίση αγιάστηκε με το θείο του αίμα, οι βωμοί και οι ναοί των ειδώλων κατεδαφίστηκαν, ρίζωσε η γνώση του Θεού, λατρεύεται πια η ομοούσια Τριάδα, η άκτιστη θεότητα, ο ένας αληθινός Θεός ο δημιουργός και κυβερνήτης του σύμπαντος. Τώρα πια, πάλι, οι αρετές είναι κατορθωτός τρόπος ζωής, προσφέρθηκε η ελπίδα με την ανάσταση του Χριστού, τώρα πια οι δαίμονες τρέμουν τους ανθρώπους που προηγουμένως ήταν του χεριού τους. Και το πράγματι αξιοθαύμαστο, είναι πως όλα αυτά κατορθώθηκαν με το σταυρό και τα πάθη και το θάνατο. Κηρύχθηκε σ’ όλη τη γη το Ευαγγέλιο της υποταγής στο Θεό, όχι με πολέμους και όπλα και στρατούς που συντρίβαν εχθρούς. Κηρύχθηκε από λίγους γυμνούς, φτωχούς κι αγράμματους, που διώχνονταν από παντού, που δέχονταν κτυπήματα, που θανατώνονταν, που κήρυτταν ένα σταυρωμένο και νεκρό, που όμως επικράτησαν απέναντι στους σοφούς και τους ισχυρούς γιατί ακριβώς τους ακολουθούσε η ακαταμάχητη δύναμη του σταυρωμένου. Ο θάνατος, ο πριν τρομοκρατικός, νικιέται, και καταδικάζεται τώρα ο απόβλητος και μισητός της ζωής.
Αυτά είναι τα αποτελέσματα της παρουσίας του Χριστού, αυτές είναι οι συνέπειες της επιβολής της δύναμής του. Δεν έσωσε ένα λαό, όπως ο Μωυσής που φυγάδευσε από την Αίγυπτο τους Εβραίους περνώντας τους μεσ’ από τη θάλασσα για ν’ απαλλαγούν από τη δουλεία του Φαραώ. Έσωσε ολόκληρη την ανθρωπότητα από τη φθορά του θανάτου και το γεμάτο κακία τύραννο, την αμαρτία. Και έσωσε τους ανθρώπους όλους, όχι πειθαναγκάζοντάς τους να ασκήσουν την αρετή, όχι παραχώνοντάς τους στο χώμα, όχι καίοντάς τους και διατάσσοντας να λιθοβολούνται οι αμαρτωλοί, αλλά πείθοντάς τους με πραότητα, υπομονή και συγχωρετικότητα να διαλέξουν την αρετή και να συναγωνίζονται στους κόπους γι’ αυτήν και έτσι να ικανοποιούνται. Προηγουμένως όταν αμάρταναν ετιμωρούντο με κτυπήματα κι όμως επέμεναν στην αμαρτία και την είχαν θεοποιήσει, τώρα δέχονται να υφίστανται κτυπήματα για χάρη της υπακοής στο Θεό και για χάρη της αρετής, δέχονται να κακοπαθούν και θανατώνονται. Δόξα σε σένα Χριστέ, Λόγε του Θεού και Σοφία και Δύναμη και Θεέ Παντοκράτορα. Τι να σου αντιδωρίσουμε εμείς οι άπραγοι για όλα όσα μας χάρισες; Όλα μας τα ’χεις δοσμένα εσύ και τίποτ’ άλλο δε ζητάς από μας παρά ν’ αποδεχτούμε τη σωτηρία που μας πρόσφερες, δίνοντάς μας ακόμα και τη δύναμη για να το κάνουμε. Σ’ ευχαριστούμε, εσένα που μας έδωσες την ύπαρξη, μα και μας χάρισες την αιώνια ζωή, εσένα που κι όταν την χάσαμε και την αρνηθήκαμε, μας οδήγησες πίσω σ’ αυτήν με την ενανθρώπισή σου που καμιά γλώσσα δεν τολμά να ερμηνεύσει.

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με».

 


Περὶ μελέτης τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ.

«Τί οὖν μακαριώτερον; τί εὐδαιμονέστερον; ἢ τί γλυκύτερον ἄλλο εἶναι ἢ τὸ νὰ μελετᾷ τις πάντοτε τὸ ἔνδοξον, τὸ τερπνὸν καὶ πολυπόθητον ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦ ὁποίου ὅ,τι καὶ ἂν ζητήσῃ τις ἀπὸ τοῦ Πατρὸς καὶ ἀπ᾿ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου, ἐξάπαντος τὸ λαμβάνει;…
»Ποία δέ ἔννοια καὶ ἐνθύμησις εἶναι χαριεστέρα καὶ θειοτέρα ἀπὸ τῆς ἐννοίας καὶ ἐνθυμήσεως τοῦ σωτηρίου καὶ θεοπρεποῦς καὶ φοβεροῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα ὀνόματος, εἰς τό ὁποῖον κάμπτουσιν, ἀλλὰ καὶ κάμψουσι τὸ γόνυ τὰ ἐπουράνια, τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ καταχθόνια;…».
(Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)

Ἡ καρδιακὴ προσευχή

Μέσα στὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας «Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ» ἢ «καρδιακὴ προσευχὴ» ὀνομάστηκε ἡ συνεχὴς καὶ σιωπηλὴ ἐπίκληση τοῦ θείου ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ γίνεται μὲ θέρμη ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ «Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ» εἶναι γιὰ τοὺς πιστοὺς μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ προσφιλεῖς προσευχές, γιατὶ περιέχει ὅλη τὴ χάρη τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Δημιουργεῖ στὸν ἄνθρωπο κατάνυξη καὶ μετάνοια, γεμίζει τὴν καρδιά του μέ ἀγάπη, χαρὰ καὶ εἰρήνη, καὶ τὸν ἐνισχύει στὸν ἀγώνα του κατὰ τῶν παθῶν καὶ τῶν ἐπιθέσεων τοῦ διαβόλου. Ἐπειδὴ εἶναι ἁπλὴ καὶ περιεκτικὴ μπορεῖ νὰ τὴν χρησιμοποιεῖ ὁ καθένας καὶ σὲ κάθε στιγμὴ καὶ περίσταση τῆς ζωῆς του. Ἰδιαίτερα ὅμως προσφέρεται σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἡ ὀργάνωση καὶ ὁ ρυθμὸς τῆς καθημερινῆς τους ζωῆς ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἀφήνει πολὺ χρόνο γιὰ προσευχή, ἀλλὰ τείνει νὰ κρύψει ὁλότελα ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὴ θέα τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ. Ἡ συχνὴ καὶ ἐγκάρδια ἐπίκληση τοῦ ἁγίου ὀνόματος τοῦ Θεοῦ ἐνσαρκώνει ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν καθημερινὴ ἀναζήτηση καὶ εὕρεση τῆς βαθύτερης πραγματικότητας τῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ δίνει ἀληθινὸ νόημα στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ ἀνάγκη τῆς προσευχῆς

«Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχομεν ἀνάγκην τῆς προσευχῆς περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι τὰ δένδρα ἔχουν ἀνάγκην τῶν ὑδάτων. Διότι οὔτε τὰ δένδρα δύνανται νὰ παράγουν τοὺς καρπούς, ἐὰν δὲν πίνουν ὕδωρ διὰ τῶν ριζῶν, οὔτε ἡμεῖς θὰ δυνηθῶμεν νὰ παραγάγωμεν τοὺς πολυτίμους καρποὺς τῆς εὐσεβείας, ἐὰν δὲν ποτιζώμεθα διὰ τῶν προσευχῶν. Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ὅταν ἐξεγειρώμεθα ἐκ τῆς κλίνης, νὰ προφθάνωμεν πάντοτε τὸν ἥλιον μὲ τὴν λατρείαν τοῦ Θεοῦ· καὶ ὅταν καθήμεθα εἰς τὴν τράπεζαν διὰ νὰ φάγωμεν καὶ ὅταν πρόκειται νὰ κοιμηθῶμεν. Μᾶλλον δὲ καθ᾿ ἑκάστην ὥραν καὶ μίαν προσευχὴν νὰ προσφέρωμεν εἰς τὸν Θεόν, διατρέχοντες τοιουτοτρόπως διὰ τῆς προσευχῆς ἕνα δρόμον ἴσον πρὸς τὸ διάστημα τῆς ἡμέρας».
(Ἱερὸς Χρυσόστομος)