Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Μας βασανίζει ο Θεός;

Χριστό       



Όταν ο Χριστός επισκέφθηκε το νησί των Γαδαρηνών, τον συνάντησε ένας δαιμονισμένος άνθρωπος, ο οποίος δεν φορούσε ρούχα, ούτε είχε ζούσε σε σπίτι, αλλά κατοικία του ήταν τα μνήματα. Παράλληλα, οι άλλοι άνθρωποι τον έδεναν με αλυσίδες όταν βρισκόταν σε κρίση, για να μην τους κάνει κακό.

Εκείνος όμως λάμβανε τόση δύναμη από τον διάβολο, ώστε να σπάζει τις αλυσίδες και να καταφεύγει στις ερημιές. Ο διάβολος έκανε τον άνθρωπο, παρότι του έδινε σωματική δύναμη, να έχει απωλέσει την κοινωνική του αξιοπρέπεια (η γυμνότητα), αλλά και να είναι εντελώς ακοινώνητος (η ανεστιότητα). Ο άνθρωπος έτσι επέλεξε τα μνήματα για να κατοικεί. Ήταν ζωντανός-νεκρός. Όταν συνάντησε το Χριστό, ο Κύριος διέταξε το δαιμονικό πνεύμα να βγει από τον άνθρωπο. Και τότε ο δαιμονισμένος παρακαλεί το Χριστό να μην τον βασανίσει.
Το αίτημα του δαιμονισμένου ηχεί παράξενα. Βασανίζει ο Θεός τον άνθρωπο; Εμείς γνωρίζουμε το Θεό ως το Θεό της αγάπης. Είναι δυνατόν Αυτός που είναι η όντως αγάπη να θέλει ο άνθρωπος να υποφέρει;
Ο ευαγγελικός λόγος βεβαίως αναφέρει ότι δεν ήταν ο δαιμονισμένος που μιλούσε, αλλά το δαιμόνιο. Ο άνθρωπος μάλιστα που είχε κυριευθεί από τον διάβολο είναι ανώνυμος, ενώ το δαιμόνιο έχει όνομα. Ονομάζεται «λεγεών», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο ερώτημα του Χριστού. Ο διάβολος καταλαμβάνει τον άνθρωπο, τον καθιστά ανώνυμο και μιλά ο ίδιος εξ ονόματός του, τον καθιστά αναξιοπρεπή, επικίνδυνο για τους άλλους και ανέστιο. Οικειοποιείται και την προσωπικότητα, την ιδιοκτησία του, τα τάλαντά του τόσο τα υλικά όσο και τα πνευματικά, την δυνατότητά του να προσφέρει εν αγάπη στο σύνολο και να ζήσει αρμονικά μαζί του και τον νεκρώνει.
Βλέπουμε λοιπόν στο Ευαγγέλιο όχι ο Θεός, αλλά ο διάβολος να βασανίζει τον άνθρωπο. Κι όμως, ο άνθρωπος βρίσκεται σε τέτοια σύγχυση, που δεν γνωρίζει ποιος τον ελέγχει, ποιος τον ταλαιπωρεί, αλλά έχει γίνει ένα με τον βασανιστή του. Γι’ αυτό και ο Χριστός εκβάλλει τα δαιμόνια έξω από τον άνθρωπο, αποστέλλοντάς τα στην αγέλη των χοίρων, η οποία βυθίζεται στην θάλασσα. Και τότε βλέπουμε τον άνθρωπο να αλλάζει. Φορά ρούχα. Φέρεται λογικά. Ξαναβρίσκει την ταυτότητά του. Παύει να είναι επικίνδυνος. Δεν θέλει να αποχωριστεί τον Χριστό. Και αναλαμβάνει μέσα του μία άλλη αποστολή. Δεν θα είναι ανέστιος και επικίνδυνος για τον κόσμο, αλλά εστία του θα είναι η σχέση του με το Χριστό και ζωή του το να διακηρύττει την αγάπη του Κυρίου και την θεραπεία του από Εκείνον.
Πόσες φορές στη ζωή μας αναρωτιόμαστε γιατί ο Θεός να μας βασανίζει. Γιατί ο Θεός να επιτρέπει να χάνουμε την αξιοπρέπειά μας, καθώς οι άνθρωποι μάς περιφρονούν και μας λοιδορούν για τις επιλογές μας ή για τον χαρακτήρα μας, καθώς θεωρούμαστε ανέστιοι σε έναν κόσμο, ο οποίος μας θέλει ταυτισμένους με το πνεύμα και το ήθος του, καθώς ζούμε μοναχικοί επειδή πιστεύουμε στον Κύριο και δεν συσχηματιζόμαστε με το κοσμικό φρόνημα; Γιατί ο Θεός μας βασανίζει αφήνοντάς μας να περνάμε διάφορες δοκιμασίες; Γιατί το να είσαι χριστιανός σήμερα θεωρείται οπισθοδρόμηση και ξεπερασμένη επιλογή, ενώ προστίθεται στη ζωή μας το επιπλέον βάρος να μην έχουμε ούτε την χαρά να περνάμε καλά τόσο εμείς όσο και οι οικείοι μας;
Και δεν βλέπουμε οι άνθρωποι ότι αυτός που μας βασανίζει δεν είναι ο Θεός, αλλά ο διάβολος και το πειρασμικό πνεύμα. Δεν μας παρηγορεί το γεγονός ότι για το Θεό έχουμε όνομα και ότι δεν είμαστε απρόσωποι. Δεν μας παρηγορεί το γεγονός ότι έχουμε σπίτι, που είναι η Εκκλησία. Ότι έχουμε την αξιοπρέπειά μας, που μας δίδεται από την μετάνοια, καθότι αυτή λειτουργεί ως το κάλυμμα των αμαρτιών μας. Ότι μας δίδεται η ευκαιρία να αγαπήσουμε τον πλησίον μας, να προσφέρουμε σ’ αυτόν τα χαρίσματά μας, το περίσσευμα ή το υστέρημα των δωρεών του Θεού, υλικών και πνευματικών, ότι μπορούμε να καθόμαστε δίπλα στον Κύριο Ιησού τόσο στην θεία λειτουργία, όσο και σε κάθε πτυχή της ζωής της Εκκλησίας, να τρεφόμαστε από Εκείνον ως τον Άρτο της ζωής και να έχει η ζωή μας νόημα.
Βασανιζόμαστε από τον διάβολο οι άνθρωποι σήμερα. Με θέα τον κόσμο, μετρώντας τα πάντα με βάση την λεγεώνα της αμαρτίας, δεν χαιρόμαστε την χαρά της παρουσίας του Χριστού στη ζωή μας και στην ουσία ζηλεύουμε το να ζούμε εν τοις μνήμασι, όπως κάνουν όσοι είναι μακριά από το Θεό. Δεν βασανιζόμαστε από το Θεό. Γιατί ακόμη και τα όσα παραχωρεί ο Θεός να συμβαίνουν στη ζωή μας, είναι προς δόξαν Του, αλλά και για τη σωτηρία μας. Και αναπληρώνει τον κατά άνθρωπο πόνο με την ευλογία της δικής Του παρουσίας, δίδοντάς μας νόημα και χαρά. Διαλεγόμενος μαζί μας μέσα από κάθε περίσταση της ζωής. Γιατί πίσω από κάθε μικρό ή μεγάλο περιστατικό, πίσω από κάθε συνάντηση, κρύβεται η δική Του παρουσία, η οποία μας χαρίζει την προσωπικότητα, την εστία, την χαρά της αγάπης. Εκεί βρίσκεται τελικά και η ίαση από κάθε δαιμόνιο.
Ο δαιμονισμένος σώθηκε επειδή συνάντησε το Χριστό. Δεν γνωρίζουμε τι τον είχε οδηγήσει στο να δεχθεί στην ύπαρξή του τον διάβολο. Δεν γνωρίζουμε καν αν θα αποδεχόταν το Χριστό, στην περίπτωση που Τον συναντούσε όντας ελεύθερος από την λεγεώνα. Εμείς πιστεύουμε ότι ο Θεός που προνοεί, δεν θα τον άφηνε. Φαίνεται πάντως, από την προαίρεσή του μετά το θαύμα της ιάσεώς του, ότι πιθανόν και εκείνος να αποδεχόταν το Χριστό, ακόμη κι αν δεν είχε περάσει την μεγάλη δοκιμασία του. Το ερώτημα λοιπόν έρχεται σε μας: γνωρίζουμε ποιος μας βασανίζει πραγματικά ή έχουμε αυτοπαραδοθεί στο κακό και κάθε αντίσταση φαντάζει μάταιη; Η παρουσία του Χριστού στον οίκο της Εκκλησίας είναι η ευκαιρία για την συνάντηση που θα μας δώσει την ελευθερία από τις ποικίλες λεγεώνες. Η προαίρεσή μας καλείται να αποδεχθεί αυτήν την συνάντηση και να λάβει όνομα, εστία, αγάπη. Και να διακηρύξει στον κόσμο όσα ο Ιησούς εποίησεν ημίν.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Τι γιορτάζουμε του Αγίου Πνεύματος;

επιφοίτηση του αγίου πνεύματος       



Την Κυριακή της Πεντηκοστής γιορτάζουμε την εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος στους μαθητές του Χριστού, με μορφή φωτιάς, σαν φλόγες πάνω στα κεφάλια τους, πενήντα μέρες μετά την ανάστασή Του και δέκα μέρες μετά την ανάληψή Του.

Η εορτή της Πεντηκοστής είναι εορτή της Αγίας Τριάδος, αφού με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος μαθαίνουμε ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε κατά την ημέρα της Κυριακής. Γιατί, όμως, γιορτάζουμε ξεχωριστά και την Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος;
Ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί την Πεντηκοστή τελευταία εορτή από πλευράς αναπλάσεως και ανακαινίσεως του ανθρώπου: “Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία”.
Την Κυριακή λοιπόν εορτάζουμε την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή, εκείνη την ημέρα ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού.
Όπως αναφέρεται και στο Συναξάρι της ημέρας:
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ ὀγδόῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν ἑορτάζομεν.
Στίχοι
Πνοῇ βιαίᾳ γλωσσοπυρσεύτως νέμει,
Χριστὸς τὸ θεῖον Πνεῦμα τοῖς Ἀποστόλοις.
Ἐκκέχυται μεγάλῳ ἑνὶ ἤματι Πνεῦμ’ ἁλιεῦσι.
Ταῖς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Την Δευτέρα εορτάζουμε πάλι την Αγία Τριάδα αφού γνωρίζουμε και πιστεύουμε ότι κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού και ποτέ δεν μπορεί να χωρισθή και να απομονωθή ένα Πρόσωπο από τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Όμως οι άγιοι Πατέρες μας πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας, για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την Δευτέρα.
Ξεκάθαρο είναι το υπόμνημα του Συναξαρίου:
Τη αύτη ήμερα, Δευτέρα της Πεντηκοστής, αυτό το Πανάγιον και ζωοποιόν και παντοδύναμον εορτάζομεν Πνεύμα, τον ένα της Τριάδος Θεόν, το ομότιμον και ομοούσιον και ομόδοξον τω Πατρί και τω Υίω.
Στίχοι
Πᾶσα πνοή, δόξαζε Πνεῦμα Κυρίου,
Δι’ οὗ πονηρῶν πνευμάτων φροῦδα θράση.
Τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πρεσβείαις τῶν Ἀποστόλων σου, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Εμείς σήμερα πού γιορτάζουμε τη δική μας Πεντηκοστή, πρέπει να γνωρίζουμε ότι την ήμερα αυτή, όταν εορταζόταν η Πεντηκοστή των Εβραίων, ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού.
Επειδή, λοιπόν, οι Άγιοι Πατέρες θεώρησαν καλό να ξεχωρίσουν τις γιορτές για να τιμήσουν με τον τρόπο αυτό το μεγαλείο του Παναγίου και Ζωοποιού Πνεύματος, γι’ αυτό την επομένη της Πεντηκοστής, την Δευτέρα, εορτάζουμε το Πανάγιο Πνεύμα, πού είναι μία υπόσταση της Αγίας Τριάδος.
Πηγή: Ορθόδοξες Απαντήσεις

Αύριο τα Χρυσά Κόλλυβα. Τι συμβολίζουν;


χρυσά κόλλυβα

Αύριο, εννέα μέρες μετά την Ανάληψη του Χριστού, η Εκκλησία μνημονεύει όλους τούς κεκοιμημένους από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. Το Ψυχοσάββατο αυτό, σε πολλά μέρη της Ελλάδας, φτιάχνουν τα χρυσά κόλλυβα.

Η λαϊκή παράδοση, αλλά και οι θρύλοι, αναφέρουν σε σχέση με τα χρυσά κόλλυβα ότι  ο Χριστός το βράδυ της Αναστάσεως δίνει στις ψυχές την ελευθερία να «σεργιανίσουν» στη γη. Ωστόσο, το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής οι ψυχές πρέπει να επιστρέψουν στις θέσεις τους στον ουρανό και μάλιστα χορτάτες! Οι συγγενείς την παραμονή του Σαββάτου, δηλαδή το πρωί της  Παρασκευής, φτιάχνουν τα κόλλυβα τα οποία πηγαίνουν στην εκκλησία το απόγευμα να τα διαβάσει ο ιερέας, ώστε οι ψυχές των νεκρών τους να «φάνε» και να επιστρέψουν στον ουρανό χορτασμένες από το συχώριο που θα τους δίνει ο κόσμος («Θεός σχωρές τον») στο μοίρασμα.
Εκείνη τη στιγμή, οι ψυχές έχουν συγκεντρωθεί και η μια ρωτάει την άλλη: «εσύ έχεις κόλλυβο να φας;». Όποια ψυχή δεν έχει κόλλυβο, είτε γιατί την ξέχασαν οι συγγενείς, είτε γιατί δεν έχει κανέναν να την θυμηθεί, οι άλλες ψυχές της δίνουν να «φάει» από το δικό τους για να μην επιστρέψει «ξερή» όπως λένε σε κάποια μέρη της Ελλάδας, δηλαδή πεινασμένη. Η λαϊκή παράδοση που θέλει η μια ψυχή μοιράζεται το κόλλυβο της με την άλλη, έχει τη βάση της στη γενική σημασία που δίνει η Εκκλησία σχετικά με τα κόλλυβα της Πεντηκοστής όπου μνημονεύονται όλοι οι νεκροί, οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν είχαν την ευκαιρία να τύχουν της ωφελείας των μνημοσύνων.
Σε κάθε παράδοση τα κόλλυβα είναι μέρος της της θρησκείας μας.
Τα υλικά πρέπει να είναι 9 γιατί 9 είναι τα τάγματα των αγγέλων, ενώ το κάθε υλικό έχει το δικό του συμβολισμό.
1. Σιτάρι: οι νεκροί (το γήινο στοιχείο)
2. Ζάχαρη: η γλυκύτητα του Παραδείσου
3. Σταφίδες: η Άμπελος (ο Χριστός)
4. Μαϊντανός: η ανάπαυση «εν τόπω χλοερώ»
5. Φρυγανιά τριμμένη ή σουσάμι: το χώμα («..ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει..»)
6. Ρόδι: τα ελέη του Παραδείσου, η λαμπρότητα
7. Κανέλλα: η ευωδία, τα αρώματα («..αρώμασι εν μνήματι κηδεύσας απέθετο..», «..μύραναν τον τάφο αι μυροφόροι μύρα..»)
8. Αμύγδαλα: η ευγονία, η ζωή που διαιωνίζεται με τους απογόνους (αντί για αμύγδαλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν καρύδια)
9. Κουφέτα (ασημένια και λευκά): τα οστά που μένουν αναλλοίωτα καθώς το σώμα φθείρεται.
Μουλιάζουμε το σιτάρι σε νερό από βραδύς και αφού το σουρώσουμε, το καθαρίζουμε από τις φλούδες που απέβαλε. Κατόπιν το βράζουμε ανάλογα πόσο μαλακό το θέλουμε. Σε κανονική κατσαρόλα ένα καλό βράσιμο διαρκεί 2-3 ώρες, ενώ σε χύτρα περίπου 1 ώρα. Όταν βράσει, το ραντίζουμε με δροσερό νερό λέγοντας «δροσιά και έλεος να έχουν οι ψυχές των….» λέγοντας τα ονόματα των νεκρών που θέλουμε να μνημονεύσουμε και το απλώνουμε πάνω σε πετσέτα βαμβακερή για να στεγνώσει. Το ανακατεύουμε με τις σταφίδες, τον ψιλοκομμένο μαϊντανό, το ρόδι, την κανέλα, τα αμύγδαλα και το στρώνουμε στην πιατέλα. Πάνω από το σιτάρι βάζουμε μια στρώση με τη θρυμματισμένη φρυγανιά ή το σουσάμι και στο τέλος την στρώση από ζάχαρη. Με ένα καθαρό χαρτί πιέζουμε την επιφάνεια να γίνει ίσια. Στο τέλος με τα κουφέτα σχηματίζουμε το σχήμα του σταυρού και διάφορα σχέδια, ανάλογα με την πείρα και την φαντασία που έχει η κάθε νοικοκυρά ώστε να το στολίσει.
Και κάτι ιδιαίτερο, το οποίοι οι γιαγιάδες τονίζουν με μεγάλη ευλάβεια:
1. Όση ώρα ετοιμάζουμε τα κόλλυβα πρέπει να είναι αναμμένο το καντήλι και το θυμιατό.
2. Το νερό με το οποίο βράζουμε και ξεπλένουμε το σιτάρι, ΔΕΝ το χύνουμε στο νεροχύτη ώστε να καταλήξει μαζί με τα βρώμικα νερά στις αποχετεύσεις. Το ρίχνουμε ή στην θάλασσα ή στο χώμα.