Παρουσίαση του βιβλίου στο Συνέδριο που διοργάνωσε η Ιερά Μητρόπολη Ολτενίας, στην Ιερά Μονή Tismana, την 23 Σεπτεμβρίου 2006
Στην ρουμανική γλώσσα το βιβλίο τοῦ Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Ο Μοναχισμός ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή»Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω θερμότατα τον Μητροπολίτη Ολτενίας κ. Θεοφάνη, αφ' ενός μεν για την πρόσκλησή του να συμμετάσχω στο παρόν Συνέδριο, προς τιμήν του αγίου Νικοδήμου, αφ' ετέρου δε γιατί με εντολή του μεταφράσθηκε στην ρουμανική γλώσσα το βιβλίο μου «Ο Μοναχισμός ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή» και ενέταξε στο παρόν Συνέδριο την παρουσίαση του βιβλίου αυτού.
Εγνώρισα τον Σεβασμιώτατο κατά την προ ετών επίσκεψή μου στην Κραϊόβα και στην Μονή αυτή συνοδεύοντας τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο και διέκρινα και το εκκλησιαστικό του φρόνημα και την αγάπη του προς τον Μοναχισμό.
Η χαρά μου είναι μεγάλη, γιατί έρχομαι σε επικοινωνία με τον ορθόδοξο μοναχισμό της Ρουμανίας, στον οποίο έτρεφα από παλαιά μεγάλο σεβασμό.
Εισαγωγικά πρέπει να υπογραμμίσω ότι η θεολογική μου σκέψη διαμορφώθηκε από την παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και από μοναχούς, Επισκόπους και θεολόγους που εκφράζουν αυτήν την παράδοση και έζησαν και ζουν σε όλα τα μέρη της γης, ιδιαιτέρως εδώ στα Βαλκάνια και την Ρωσία. Επομένως, μας συνδέουν η ίδια θεολογία, η κοινή ζωή, οι κοινές παραδόσεις, ο ίδιος πόνος και η ίδια χαρά. Πάντοτε σεβόμουν τον αείμνηστο Ιερομόναχο π. Κλεόπα και τον αείμνηστο μεγάλο θεολόγο π. Δημήτριο Στανιλοάε.
Επομένως, και με το βιβλίο μου και με την σημερινή παρουσίαση αισθάνομαι ότι δεν έχω τίποτε το καινούριο να προσφέρω σε σας, αλλά να εκφράσω την κοινή πνευματική, μοναχική και πολιτιστική παράδοση η οποία μας διακρίνει.
1. Η αιτία συγγραφής
Θα πρέπη να σας αποκαλύψω ότι δεν επεδίωξα να είμαι συγγραφέας, αλλά αυτό έγινε από μια διάθεση ποιμαντικής διακονίας.
Διεπίστωσα από την αρχή της διακονίας μου στην Εκκλησία ότι η ποιμαντική πρέπει να συνδέεται με την θεολογία και η θεολογία πρέπει να συνδέεται με την ποιμαντική. Οι δύο αυτές πλευρές της εκκλησιαστικής ζωής δεν πρέπει να αποσυνδέονται μεταξύ τους. Η αποσύνδεση δεν ωφελεί ούτε την ποιμαντική ούτε την θεολογία.
Στην Ιερά Μονή Tismana, Μητρόπολη Ολτενίας: «Ο Μοναχισμός ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή»Φυσικά, όταν κάνω λόγο για θεολογία, εννοώ τον λόγο περί του Θεού, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να αποκτήση γνώση και κοινωνία με τον Θεό. Αυτό αυτομάτως συνδέεται με την ποιμαντική. Η απομάκρυνση του ανθρώπου από τον Θεό επέφερε αλλοιώσεις στον ψυχοσωματικό οργανισμό του ανθρώπου και επομένως η επανασύνδεση της σχέσεως του ανθρώπου με τον Θεό γίνεται με την ποιμαντική επιστήμη, που λέγεται και θεραπευτική αγωγή.
Αναζητούσα από την εφηβική μου ηλικία αυτήν την παράδοση που βίωναν οι άγιοι. Ιδιαιτέρως όταν έγινα Κληρικός και Πνευματικός Πατέρας και ήμουν υποχρεωμένος να βοηθήσω τους ανθρώπους που μου έστελνε ο Θεός, προσπαθούσα να βρω αυτήν την σύνδεση μεταξύ ποιμαντικής και θεολογίας.
Έκφραση αυτής της συνδέσεως είναι τα βιβλία τα οποία έχω συγγράψει. Ενδεχομένως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έκαναν εντύπωση σε πολλούς Ορθοδόξους και πολλά από αυτά μεταφράσθηκαν σε 16 γλώσσες, μεταξύ των οποίων και στην ρουμανική γλώσσα. Στα βιβλία αυτά στην πραγματικότητα, εκθέτω την νηπτική-ησυχαστική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, την οποία έχει ανάγκη σήμερα ο σύγχρονος άνθρωπος και η οποία απαντά στα μεγάλα εσωτερικά υπαρξιακά του προβλήματα και έχει έντονο κοινωνικό χαρακτήρα, όπως φαίνεται και στην ζωή του αγίου Νικοδήμου.
Επομένως, αυτά τα βιβλία δεν είναι δικά μου, αλλά δώρα του Θεού, δια πρεσβειών της Θεοτόκου και όλων των αγίων. Όταν ήμουν νέος Κληρικός, είχα ακούσει στην Αθήνα τον αείμνηστο π. Δημήτριο Στανιλοάε να αναλύη την θεολογία του δώρου, ότι δηλαδή όλος ο κόσμος είναι δώρο του Θεού, αλλά και ο ίδιος ο Θεός προσφέρεται ως δώρο στον άνθρωπο, ώστε στην συνέχεια ο άνθρωπος να προσφερθή ως δώρο-αντίδωρο στον Θεό και τον συνάνθρωπο. Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση, και το αισθάνομαι έντονα στην ποιμαντική και συγγραφική μου διακονία.
2. Το περιεχόμενο του βιβλίου
Το βιβλίο αυτό, όπως αντιλαμβάνεσθε, περιγράφει τα πλαίσια του Ορθοδόξου Μοναχισμού.
Θα πρέπη να σας αναφέρω ότι ο μοναχισμός μου έκανε μεγάλη εντύπωση από τα παιδικά μου χρόνια. Οι γονείς μου ζούσαν ως μοναχοί, με απόλυτη πίστη στον Θεό, με προσευχή, νηστεία, μυστηριακή ζωή, μελέτη ασκητικών βιβλίων. Το πιο προσφιλές βιβλίο στον πατέρα μου, το οποίο και εμείς διαβάζαμε από τα μικρά μας χρόνια, ήταν η Κλίμακα του αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου.
Ακόμη, χειροτονήθηκα από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρό Καλλίνικο, έναν ασκητή Επίσκοπο, και έμενα μαζί του στο Επισκοπείο και διδάχθηκα στην πράξη την σύνδεση μοναχισμού και ιεραποστολής.
Έπειτα, συνδέθηκα στενά με Αγιορείτες Πατέρες, όλων των εθνικοτήτων, όπως τον π. Παΐσιο, τον π. Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, τον π. Θεόκλητο τον Διονυσιάτη, άλλους Σέρβους και Ρουμάνους μοναχούς. Επίσης μεγάλη επιρροή επάνω μου είχε η θεολογία του Γέροντα Σωφρονίου Σαχάρωφ. Είχα για πολλά χρόνια επικοινωνία μαζί του και στο πρόσωπό του είδα πως συναντάται ο ησυχαστής, ο θεολόγος και ο ποιμένας της Εκκλησίας. Και τα τρία αυτά εκφράζονταν στην ύπαρξή του.
Ακόμη με ευλόγησε ο Θεός και συγκροτήθηκε μια μοναχική αδελφότητα από πνευματικά μου παιδιά, την οποία κατευθύνω πνευματικά, και η οποία εκδίδει και τα βιβλία μου στην ελληνική και σε άλλες γλώσσες. Έτσι γνώρισα την μοναχική ορθόδοξη ζωή.
Το βιβλίο το οποίο παρουσιάζουμε εδώ διαιρείται σε πέντε μεγάλες ενότητες, που δείχνουν όλο το «πνεύμα» του Ορθοδόξου Μοναχισμού. Η πρώτη ενότητα έχει τίτλο «Ορθόδοξος-Ησυχαστικός Μοναχισμός», η δεύτερη ενότητα κάνει λόγο για τον «Αγιορείτικο και Σιναϊτικό Μοναχισμό», η τρίτη ενότητα αναλύει «Το Μυστήριο του Σταυρού στην μοναχική ζωή», στην τέταρτη ενότητα γίνεται λόγος για «τον Ορθόδοξο Μοναχισμό και την εκκοσμίκευσή του» και στην πέμπτη ενότητα αναλύεται «η κανονική δομή του μοναχισμού και η ακολουθία της κουράς».
Το βιβλίο αυτό διαβάσθηκε πολύ στην Ελλάδα, κυρίως από μοναχούς και μοναχές, έγινε ανάγνωση σε Μοναστήρια κατά την διάρκεια της ακολουθίας της Τραπέζης και σε ειδικό φάκελλο διατηρώ τις επιστολές που μου έστειλαν πολλά Μοναστήρια για να εκφράσουν τις ευχαριστίες τους για την συγγραφή του.
3. Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες
Νομίζω ότι ο τίτλος του βιβλίο αυτού είναι εκφραστικός και δείχνει την διήκουσα έννοιά του, ότι, δηλαδή, η μοναχική ζωή είναι προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή.
Προφήτες είναι όσοι βλέπουν τον Θεό και έχουν γνώση του Θεού. Γι' αυτόν τον λόγο στην Παλαιά Διαθήκη οι Προφήτες ονομάζονταν «ορώντες» η «βλέποντες», όπως ο Προφήτης Σαμουήλ, επειδή έβλεπαν τον άσαρκο Λόγο το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ασάρκως και με αυτήν την προοπτική κατευθύνουν τον λαό.
Προφήτες υπάρχουν και στην Καινή Διαθήκη. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά η μόνη διαφορά είναι ότι οι Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη έβλεπαν την πρώτη παρουσία του Λόγου, ενώ οι Προφήτες της Καινής Διαθήκης βλέπουν τήνΔευτέρα Παρουσία του Λόγου.
Οι Προφήτες είχαν νοερά προσευχή και θεωρία Θεού. Η νοερά προσευχή είναι έκφραση της αγάπης στον Θεό και η θεωρία του Θεού είναι η αποκάλυψη του ιδίου του Θεού στον άνθρωπο.
Απόστολοι είναι οι ευλογημένοι εκείνοι άνδρες, οι οποίοι δέχθηκαν την κλήση από τον Χριστό, απετάγησαν τα πάντα, ακολούθησαν τον Χριστό, είδαν τον Χριστό διδάσκοντα και θαυματουργούντα, μερικοί απ α?¬τούς είδαν την δόξα της θεότητός Του στο Όρος Θαβώρ, όλοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα αισθητώς και όλοι έδωσαν την μαρτυρία περί του Χριστού. Έπειτα, οι Μαθητές υπέστησαν το μαρτύριο για την αγάπη του Χριστού, εκτός από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, ο οποίος δεν τελείωσε την ζωή του μαρτυρικώς, αλλά ο ίδιος βίωσε όλο το μαρτύριο πάνω στον Γολγοθά και γι' αυτό δεν χρειάσθηκε να περάση και ο ίδιος από το προσωπικό μαρτύριο.
Μάρτυρες είναι εκείνοι που έδωσαν την μαρτυρία για τον Χριστό και υπέστησαν το μαρτύριο. Κατά την διδασκαλία της Εκκλησίας, το μαρτύριο δεν είναι αποτέλεσμα τόλμης, ισχυράς θελήσεως και θάρρους, αλλά καρπός θεωρίας. Δηλαδή, οι Μάρτυρες έλαβαν μεγάλη Χάρη από τον Θεό, αυτή η Χάρη δια της ψυχής μεταφέρθηκε στο σώμα και γι' αυτό άντεξαν όλα τα φοβερά βασανιστήρια. Στα Συναξάρια των αγίων βλέπουμε ότι οι μάρτυρες είχαν μέσα τους μεγάλη αγάπη για τον Θεό, αδιάλειπτη νοερά προσευχή και πολλές φορές είχαν και θεωρία Θεού.
Και οι τρεις αυτές κατηγορίες (Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες) είχαν κοινή ζωή. Κέντρο της ζωής τους ήταν ο Χριστός, ο άσαρκος και σεσαρκωμένος Λόγος. Είχαν κοινωνία με τον Λόγο του Θεού. Έζησαν όλη την μέθοδο της Ορθοδόξου ευσεβίας και τους βαθμούς της πνευματικής τελειώσεως που είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής κάνει λόγο για πρακτική φιλοσοφία (κάθαρση), φυσική θεωρία (φωτισμός) και μυστική θεολογία (θέωση). Η κάθαρση της καρδιάς είναι η απαλλαγή του ανθρώπου από την ηδονή και την οδύνη. Φωτισμός του νοός είναι η απαλλαγή του ανθρώπου από την λήθη και την άγνοια, οπότε αναπτύσσεται η νοερά καρδιακή προσευχή. Και θέωση είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από την φαντασία και την λογική επεξεργασία.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίον ζούσε η Παναγία στα Άγια των Αγίων παρουσίασε όλο το περιεχόμενο του Ορθοδόξου Ησυχασμού. Γράφει ότι η Παναγία ελευθέρωσε τον νου της από την αίσθηση και τα αισθητά, ελευθερώθηκε από την φαντασία και στην συνέχεια είδε το άκτιστο Φως. Η παρουσία της για δώδεκα χρόνια μέσα στα Άγια των Αγίων στην πραγματικότητα ήταν μέθεξη της θεωρίας του Θεού, κατά την διάρκεια της οποίας έγινε αναστολή και των σωματικών ενεργειών.
Υπάρχουν πολλά χωρία στις επιστολές των αγίων Αποστόλων που δείχνουν όλη αυτήν την πνευματική πορεία του ανθρώπου προς την θέωση. Θα ήθελα να παρουσιάσω μόνον ένα από αυτά, που το συναντούμε στο πρώτο κεφάλαιο της Β Καθολικής Επιστολής του Αποστόλου Πέτρου.
Ο Απόστολος Πέτρος, καθοδηγώντας τους Χριστανούς, δεν το κάνει χρησιμοποιώντας «σεσοφισμένους μύθους», αλλά με την εμπειρία της θεοπτίας την οποία ο ίδιος είχε στο Όρος Θαβώρ. Αναφέρεται στο ότι γνώρισε την δύναμη και παρουσία του Κυρίου Ιησού Χριστού, έγινε επόπτης της μεγαλειότητος του Θεού και άκουσε την φωνή της μεγαλοπρεπούς δόξης του Πατρός «ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εις ον εγώ ευδόκησα» (Β Πέτρ. α , 16-18). Αυτή η θεωρία τον ενέπνεε, και την θέτει ως το ύψος και το τέλος της πνευματικής ζωής. Ο σκοπός του ανθρώπου είναι να φθάση σε αυτήν την πνευματική γνώση του Θεού. Αυτή είναι η πραγματική θεολογία.
Ο Απόστολος Πέτρος οδηγεί τους Χριστιανούς προς αυτήν την εμπειρία. Μάλιστα διαγράφει και την πορεία που οδηγεί σε αυτήν την προσωπική γνώση του Θεού. Και αυτό συνιστά την ορθόδοξη ποιμαντική.
Στην αρχή της επιστολής του κάνει λόγο για το ότι όλοι οι Χριστιανοί ελάβαμε «ισότιμον πίστιν εν δικαιοσύνη του Θεού ημών και σωτήρος Ιησού Χριστού» (Β Πέτρ. α , 1). Η πίστη είναι «ισότιμη», δηλαδή όλοι έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν αυτήν την ίδια ζωή. Δεν υπάρχουν προνομιούχοι και μη σε αυτήν την πνευματική πορεία.
Όπως γράφει στην συνέχεια, όλοι οι Χριστιανοί εκλήθησαν γι' αυτήν την γνώση και σε όλους δόθηκαν «τα τίμια και μέγιστα επαγγέλματα», δηλαδή οι πολύτιμες και μεγάλες υποσχέσεις για να γίνουν «θείας κοινωνοί φύσεως» (Β Πέτρ. α , 3-4).
Όμως καταγράφει και τον τρόπο με τον οποίο φθάνει κανείς σ αυτό το ύψος της πνευματικής ζωής. Κυρίως γράφει δύο καταστάσεις, η μία είναι η κάθαρση της καρδιάς με την ασκητική ζωή, και η δεύτερη είναι ο φωτισμός του νοός με την έλευση του Παναγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά.
Ο άνθρωπος μπορεί να γίνη κοινωνός θείας φύσεως, δηλαδή κοινωνός της θείας ενεργείας που προέρχεται από την φύση του Θεού, και αυτό γίνεται όταν ο άνθρωπος αποφύγη τον κόσμο «εν επιθυμία φθοράς». Οι Χριστιανοί πρέπει να προσφέρουν «σπουδήν πάσαν», δηλαδή να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να προσθέσουν επάνω στην πίστη την αρετή, επάνω στην αρετή την γνώση, επάνω στην γνώση την εγκράτεια, επάνω στην εγκράτεια την υπομονή, επάνω στην υπομονή την ευσέβεια, επάνω στην ευσέβεια την φιλαδελφία και επάνω στην φιλαδελφία την αγάπη. Οι Χριστιανοί θα πρέπη να καθαρίζουν τον εαυτό τους από παλαιές αμαρτίες και να σπουδάζουν, δηλαδή να δείχνουν μεγάλο ζήλο και να καταβάλλουν προσπάθεια στο να αποδεικνύουν «βεβαίαν την κλήσιν και την εκλογήν», διότι με αυτόν τον τρόπο θα τους χορηγηθή «η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του Κυρίου ημών και σωτήρος Ιησού Χριστού» (Β Πέτρ. α , 4-11).
Στο χωρίο αυτό φαίνεται ότι της θεωρίας του Θεού, που συνδέεται με την θέα της Βασιλείας του Θεού και μπορεί όλοι να φθάσουν εκεί, προηγείται η ασκητική ζωή, η κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη, διότι έτσι ανταποκρίνεται ο άνθρωπος στην κλήση και την εκλογή του Θεού.
Και έως ότου φθάση κανείς στην θέα της Βασιλείας του Θεού που είναι η θέα του ακτίστου Φωτός, υπάρχει το λυχνάρι του προφητικού λόγου. Γράφει: «και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον, ω καλώς ποιείτε προσέχοντες ως λύχνω φαίνοντι εν αυχμηρώ τόπω, έως ου ημέρα διαυγάση και φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών» (Β Πέτρ. α , 19). Εδώ σαφέστατα φαίνεται ότι της μεγάλης ημέρας, δηλαδή της θέας της Βασιλείας του Θεού, η οποία θα ανατείλη στην καρδιά, προηγείται ο λύχνος που φέγγει σε ένα σκοτεινό μέρος. Αυτός ο λύχνος είναι ο φωτισμένος νους με την νοερά προσευχή.
Με άλλα λόγια, στο καταπληκτικό αυτό κείμενο φαίνεται όλη η πορεία του Χριστιανού προς την θέωση. Όλοι έχουν λάβει την κλήση να φθάσουν στην θέα του ακτίστου Φωτός, όλοι έχουν την «ισότιμον πίστιν» με τους Αποστόλους, όλοι έχουν λάβει τις ίδιες επαγγελίες, αλλά πρέπει να περάσουν μέσα από την κάθαρση της καρδιάς, την απόκτηση των ευαγγελικών αρετών και τον φωτισμό του νοός. Πάντως, η θέα του ακτίστου Φωτός αποτελεί το τέλος της πνευματικής ζωής.
Αυτό έζησαν όλοι οι άγιοι με διαφόρους τρόπους και βαθμούς, Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, όσιοι, ασκητές.
4. Η μοναχική ζωή
Στην αποστολική εποχή, όπως το βλέπουμε να αναλύεται στο βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» και τις επιστολές τους, οι πρώτοι Χριστιανοί ζούσαν αυτήν την προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή. Όταν διαβάση κανείς προσεκτικά τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, θα διαπιστώση ότι οι πρώτοι Χριστιανοί είχαν λάβει το Άγιον Πνεύμα, είχαν νοερά προσευχή, και, κατά διαφόρους βαθμούς, είχαν εμπειρία θεώσεως.
Για παράδειγμα θα ήθελα να αναφέρω τον λόγο του Αποστόλου Παύλου που συνδέει το «πνεύμα της υιοθεσίας» με την νοερά προσευχή, η οποία γίνεται με το Άγιον Πνεύμα μέσα στην καρδιά. Αυτό το βλέπουμε στην προς Ρωμαίους Επιστολή (Ρωμ. η , 14-17) και στην προς Γαλάτας Επιστολή (Γαλ. δ , 4-7).
Όταν, όμως, οι Χριστιανοί εκκοσμικεύθηκαν, και εν πολλοίς χάθηκε αυτή η πνευματική ζωή, τότε αναπτύχθηκε η τάξη των αναχωρητών και των μοναχών, που ζούσαν την προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή.
Οι πραγματικοί μοναχοί είναι προφήτες, γιατί έχουν κοινωνία με τον Θεό εν Αγίω Πνεύματι, έχουν νοερά προσευχή και πολλοί από αυτούς φθάνουν την θεωρία του Θεού. Συγχρόνως είναι απόστολοι, γιατί απετάγησαν τα πάντα, υποτάσσονται στον Χριστό, γνωρίζουν τα μυστήρια της Βασιλείας των Ουρανών, μετέχουν της θεοπτίας του Όρους Θαβώρ, των Παθών και της Σταυρώσεως του Χριστού, αλλά και της Αναστάσεώς Του, λαμβάνουν το Άγιον Πνεύμα. Επί πλέον είναι μάρτυρες, γιατί βιώνουν τον Σταυρό του Χριστού, σταυρώνουν στην σάρκα με τις επιθυμίες, λαμβάνουν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος μέχρι το σώμα τους, ώστε να μπορούν να μαρτυρήσουν για τον Χριστό, όταν το απαιτήσουν οι περιστάσεις.
Βεβαίως, όπως και σε άλλους τομείς της εκκλησιαστικής ζωής, έτσι και στον μοναχισμό, παρατηρεί κανείς το φαινόμενο της εκκοσμικεύσεως, που είναι η αλλοίωση του μοναχικού «πνεύματος». Δηλαδή, αντί ο μοναχισμός να βιώνεται ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή, βιώνεται ως μια καλή ηθική και κοινωνική ζωή. Γι' αυτό η Εκκλησία δια των Οικουμενικών Συνόδων και των μεγάλων Πατέρων, εθέσπισε τους ιερούς Κανόνας, δια των οποίων διασφαλίζεται η μέθοδος της θεραπείας, η πορεία του ανθρώπου προς την θέωση, δια της καθάρσεως και του φωτισμού, καθορίζεται το «εκκλησιαστικό φρόνημα» και η εκκλησιολογία του μοναχισμού. Όταν και οι μοναχοί ζουν αυτήν την ποιμαντική την οποία έχουν καθορίσει οι Πατέρες της Εκκλησίας δια των Συνόδων και των ιερών Κανόνων, τότε ζουν την προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή.
Ζώντας δε αυτήν την πνευματική ζωή, ελευθερώνονται από τα πάθη της φιλαυτίας, της φιληδονίας και της φιλαργυρίας, θεραπεύουν το λογιστικό, το επιθυμικό και το θυμικό, ζουν με «πνεύμα» υπακοής στον συνοδικό θεσμό και το πολίτευμα της Εκκλησίας, αποφεύγουν τον φανατισμό και τον εθνοφυλετισμό, υπερβαίνουν ακόμη και την θρησκεία, η οποία πολλές φορές καταδυναστεύει τον άνθρωπο. Είναι γνωστόν ότι κάθε κοσμική εξουσία εκμεταλλεύεται την θρησκεία, όμως δεν μπορεί η κοσμική εξουσία να εκμεταλλευθή τον άνθρωπο που εμπνέεται από την ορθόδοξη νηπτική παράδοση.
Όσοι ακολουθούν την μέθοδο της ορθοδόξου ευσεβείας, την ησυχαστική - νηπτική παράδοση, είναι ελεύθεροι από κοσμικές νοοτροπίες, εμπνέονται από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και είναι απελεύθεροι Ιησού Χριστού, αγαπούν όλους τους ανθρώπους εν Αγίω Πνεύματι και είναι ακόμη και ωφέλιμοι στην κοινωνία. Απτό παράδειγμα είναι ο άγιος Νικόδημος από την Tismana, του οποίου εορτάζουμε τα 600 χρόνια από την κοίμησή του και για τον οποίο έχουμε ακούσει τόσα πολλά στο παρόν Συνέδριο, ότι απέκτησε κοινωνία με τον Θεό και υπήρξε και ευεργετικός παράγων και στην κοινωνία των ανθρώπων.
Τελειώνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι τα Ορθόδοξα Μοναστήρια, όπως τα συναντούμε σε πολλά πατερικά κείμενα, ονομάζονται «ιερά φροντιστήρια», μέσα στα οποία οι μοναχοί μαθαίνουν την υπαρξιακή γνώση του Θεού και γι' αυτό είναι οι πραγματικές Θεολογικές Σχολές και οι πραγματικές πνευματικές ιατρικές Σχολές. Οι Ορθόδοξοι μοναχοί θεραπεύουν την ύπαρξή τους από την φιλαυτία, οδηγούνται στην φιλοθεΐα και την φιλανθρωπία, από την ιδιοτελή αγάπη φθάνουν στην ανιδιοτελή αγάπη.
Οι μοναχοί που ακολουθούν την Ορθόδοξη Παράδοση δεν είναι περίεργοι και αφύσικοι άνθρωποι, ούτε αναρχικοί της κοινωνίας, αλλά οι πλέον φυσικοί άνθρωποι, που ζουν ευαγγελικά, δηλαδή τηρούν το Ευαγγέλιο, τις εντολές του Χριστού, και είναι οι αληθινοί Χριστιανοί. Και γι' αυτούς ισχύει όσα γράφονται στην προς Διόγνητο επιστολή του Β αιώνος, ότι «επί γης διατρίβουσιν, αλλ' εν ουρανώ πολιτεύονται». Οι αληθινοί μοναχοί πλησιάζουν την ζωή των Πρωτοπλάστων πριν την πτώση τους, και ακόμη προσεγγίζουν την ζωή των αγγέλων και των αγίων μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Τέτοιους μοναχούς έχω συναντήσει πολλούς στην ζωή μου. Την ζωή τέτοιων μοναχών διαβάζουμε στα Γεροντικά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου αγίου και ευλογημένου μοναχού, με ειρήνη στην καρδιά, με εμπειρία του Αγίου Πνεύματος και με αγάπη για όλη την κτίση είναι ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης του οποίου αύριο εορτάζουμε την ιερά μνήμη. Τέτοιος ήταν και ο άγιος Νικόδημος ο ιδρυτής της Ιεράς αυτής Μονής και προστάτης της Μητροπόλεως αυτής.
Τέτοιοι ευλογημένοι μοναχοί ζουν τον γνήσιο ορθόδοξο ανθρωπισμό που είναι ο λεγόμενος Θεανθρωπισμός.
Ζητώ τις ευχές σας και τις προσευχές σας, για να μη γράφω μόνον για τον ορθόδοξο μοναχισμό, αλλά να ζω τον ορθόδοξο μοναχισμό, που είναι στην πραγματικότητα η ευαγγελική ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου